Θα απορούσε κανείς κατά πόσον ο λόγος και η γνώμη ανήκουν στα μεταβλητά (κινητά) πράγματα ή όχι· διότι φαίνεται ο ίδιος λόγος να είναι και αληθής και ψευδής. Π.χ. αν ήταν αληθής ο λόγος που λέει ότι κάποιος κάθεται, όταν σηκωθεί αυτός, ο ίδιος ακριβώς λόγος θα είναι ψευδής. Το ίδιο συμβαίνει και με τη γνώμη. Διότι αν κανείς νόμιζε αληθινά ότι κάποιος κάθεται, όταν αυτός σηκωθεί, θα νομίζει ψευδώς, αν έχει την ίδια γι’ αυτό γνώμη. Επομένως αυτά θα είναι μεταβλητά, επειδή ακριβώς, παρόλο που είναι ένα και το ίδιο στον αριθμό, επιδέχονται τα εναντία.
Όχι απόλυτα, αλλά ακόμη κι αν κανείς παραδεχόταν κάτι τέτοιο, τουλάχιστον διαφέρει στον τρόπο· διότι ο λόγος και η γνώμη παντού και πάντα παραμένουν αμετάβλητα, μεταβαλλομένου όμως του πράγματος λαμβάνει σ’ αυτά χώρα το ενάντιο. Διότι ο λόγος που λέει πως κάποιος κάθεται μένει διαρκώς ο ίδιος, όταν όμως μεταβληθεί το πράγμα, γίνεται άλλοτε αληθής και άλλοτε ψευδής. Το ίδιο και επί της γνώμης· διότι κι εκείνη μόλο αμετάβλητη, όταν μεταβληθεί το πράγμα, λέγεται ή αληθής ή ψευδής. Διότι η αλήθεια και το ψεύδος δεν είναι ούτε στους λόγους μόνο ούτε στα πράγματα μόνο, αλλά στην εφαρμογή των λόγων προς τα πράγματα. Διότι όπως ακριβώς το δέσιμο του παπουτσιού ούτε στο πόδι μόνο παρατηρείται ούτε στο παπούτσι, αλλά στην εφαρμογή του παπουτσιού προς το πόδι, έτσι και η αλήθεια στην εφαρμογή των λόγων προς τα πράγματα.
Ανεξαιρέτως, τίποτα και από κανένα δεν κινείται, ούτε ο λόγος ούτε η γνώμη. Επομένως δεν θα είναι επιδεκτικά των εναντίων όπως η ουσία· διότι η ουσία, καθόσον επιδέχεται τα εναντία, μεταβάλλεται κατά την ποιότητα, ενώ αυτά κανένα από τα δύο δεν κινείται από το άλλο. Διότι ούτε ο λόγος είναι αίτιος στο να μεταβάλλει το πράγμα και να κινηθεί προς τα εναντία, ούτε το πράγμα, επειδή κινήθηκε, παρακίνησε κάτι στο λόγο· διότι ο ίδιος λόγος έμεινε αμετάβλητος, δεν έπαθε κάτι. Διότι όσα δέχονται τα εναντία πάσχουν (καθώς πάθος είναι η μεταβολή εις τα εναντία), ενώ όσα πάσχουν κινούνται (μεταβάλλονται)· διότι το πάθος είναι κίνηση (μεταβολή).
Αν λοιπόν ο προφορικός λόγος δεν υπομένει, αλλά την ίδια στιγμή που το προφέρεις έχει φθαρεί, είναι προφανές ότι ούτε κινείται (διότι αυτό που δεν υπάρχει πώς θα κινηθεί;), αν δεν κινείται, ούτε πάσχει, αν δεν πάσχει, ούτε τα εναντία επιδέχεται. Αλλά αν θα πρέπει, τότε θα πούμε ότι ο ίδιος λόγος επιδέχεται τα εναντία ως προς το είδος και όχι ως προς τον αριθμό. Το ίδιο θα πούμε και για τη γνώμη.
Βιβλιογραφία: Αριστοτέλους Κατηγορίαι, Ιωαν. Φιλόπονος σχόλια εις το Κατηγορίαι
Μετάφραση – επιμέλεια κειμένου: Κότσαλης Γεώργιος