Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να διακρίνουμε τους τρόπους με τους οποίους ένα πράγμα λέγεται “το ίδιο”. Μπορεί να φανεί πως, σε γενικές γραμμές, ο όρος “το ίδιο” διαιρείται κατά τρεις τρόπους. Διότι ή κατά τον αριθμό ή κατά το είδος ή κατά το γένος συνηθίζουμε να αποκαλούμε ένα πράγμα το ίδιο.
Κατ’ αριθμό, όσα έχουν πολλά ονόματα και είναι ένα πράγμα, όπως παλτό και πανωφόρι. Kατ’ είδος, όσα, μολονότι περισσότερα, δεν διαφέρουν κατά το είδος, όπως άνθρωπος με άνθρωπο και ίππος με ίππο· διότι αυτού του είδους τα πράγματα λέγονται ίδια κατά το είδος, όσα δηλ. υπάγονται στο ίδιο είδος. Ομοίως, είναι ίδια κατά το γένος, όσα υπάγονται στο ίδιο γένος, όπως ο ίππος με τον άνθρωπο. Θα μπορούσε δε το ίδιο νερό από την ίδια πηγή να έχει κάποια διαφορά πέρα από τους προαναφερόμενους τρόπους· ωστόσο και αυτή η περίπτωση ας ταχθεί στην ίδια κατηγορία με εκείνα που κατά κάποιον τρόπο λέγονται για ένα είδος, καθώς φαίνεται πως όλα αυτά είναι συγγενή και παραπλήσια μεταξύ τους. Διότι όλα τα νερά μεταξύ τους λέγονται πως είναι τα ίδια στο είδος, επειδή έχουν κάποια ομοιότητα, ενώ το νερό που προέρχεται από την ίδια πηγή δεν διαφέρει σε τίποτε άλλο παρά στο ότι είναι ποιο σφοδρή η ομοιότητα· γι’ αυτό και δεν το χωρίζουμε από εκείνα που κατά κάποιον τρόπο λέγονται για ένα είδος.
Το ένα στον αριθμό
Φαίνεται δε πως είναι κοινώς παραδεκτό απ’ όλους να αποκαλείται το ίδιο κυρίως αυτό που είναι ένα στον αριθμό. Συνηθίζεται δε και τούτο να λέγεται με πολλούς τρόπους.
Kατά κύριο και πρώτο λόγο, όταν αποδοθεί ο όρος “το ίδιο” σε ένα όνομα ή έναν ορισμό, όπως ακριβώς το παλτό (λέμε πως είναι το ίδιο) με το πανωφόρι και το ζώο-πεζό-δίποδο με τον άνθρωπο. Δεύτερον, όταν (αποδοθεί) στην ιδιαιτερότητα, όπως ακριβώς το επιστήμης-δεκτικός στον άνθρωπο και το εκ-φύσεως-άνω-φέρεται στη φωτιά. Τρίτον, όταν (αποδοθεί) από το τυχαίο συμβάν, όπως το “καθήμενος” ή το “μουσικός” στον Σωκράτη· διότι όλα αυτά θέλουν να σημαίνουν αυτό που είναι ένα σε αριθμό.
Ότι είναι αληθές αυτό που μόλις είπαμε, κάλλιστα θα μπορούσε κανείς να το διαπιστώσει από εκείνους που μεταβάλλουν τις ονομασίες. Διότι πολλές φορές, όταν δίνουμε μία εντολή σε κάποιον να καλέσει έναν από τους καθήμενους ονοματίζοντας αυτόν και τύχει να μην καταλάβει, μεταβάλλουμε το όνομα, καθώς θεωρούμε πως θα καταλάβει καλύτερα από το τυχαίο συμβάν, και λέμε να καλέσει σε μας αυτόν που κάθεται ή αυτόν που συζητά, προφανώς επειδή θεωρούμε ότι σημαίνει το ίδιο τόσο κατά το όνομα όσο και κατά το τυχαίο συμβάν.
Βιβλιογραφία: Αριστοτέλους Τοπικά (103a.6)
Μετάφραση – επιμέλεια κειμένου: Κότσαλης Γεώργιος