Ετυμολογικώς προέρχεται από το άχρηστο ρήμα εἴδω = βλέπω, από το οποίο και ο ΑΟΡ β΄ του ὁράω-ῶ εἶδον και σημαίνει αυτό που φαίνεται, το σχήμα, η μορφή. Από το ίδιο ρήμα όμως προέρχεται και ο β΄ παρακείμενος οἶδα με σημασία ενεστώτα, που σημαίνει γνωρίζω, έχω γνώση τινός. Τίνος όμως;
Ο λόγος του τι ην είναι
Μα του πράγματος φυσικά περί ου ο λόγος. Γι’ αυτό και το είδος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ὁ λόγος ὁ τοῦ τί ἦν εἶναι, δηλαδή ο λόγος που δηλοί ποια είναι (τι εστί) η ουσία (το είναι) του πράγματος.
Έτσι, για παράδειγμα, στην ερώτηση τι εστί το είναι του ανθρώπου, ποια δηλαδή είναι η ουσία του ανθρώπου, η απάντηση είναι: ζώο πεζό επιστήμης δεκτικό. Και αυτή ακριβώς η φρασεολογία είναι ο λόγος που μας φανερώνει ποια είναι η ουσία (το είναι) του ανθρώπου.
Βέβαια, ο Αριστοτέλης αντί να πει ὁ λόγος ὁ τοῦ τί ἐστὶν εἶναι, δηλαδή ὁ λόγος ὁ τοῦ τί ἐστὶ τὸ εἶναι τοῦ πράγματος, λέει τοῦ τί ἦν εἶναι (το ἦν είναι παρατατικός του εἰμί), σα να λέμε ο λόγος του τι ήταν να είναι.
Και τούτο, διότι το ἦν φανερώνει το αέναο, αυτό δηλαδή που ήταν, είναι και θα είναι. Διότι ο λόγος που δηλοί την ουσία του ανθρώπου ήταν, είναι και θα είναι μοναδικός (αφού αν δεν ήταν μοναδικός, δεν θα ήταν κοινός για κάθε άνθρωπο, αλλά θα υπήρχαν τόσοι όσοι και οι άνθρωποι). Και αντικατηγορείται του ανθρώπου· διότι είτε πούμε πως ο Σωκράτης είναι άνθρωπος είτε ζώο πεζό επιστήμης δεκτικό, είναι ένα και το αυτό.
Ο λόγος της ουσίας
Συνοψίζοντας, λοιπόν, θα λέγαμε πως το είδος αναφέρεται στην ουσία, είτε την αισθητή και σύνθετη (είδος και ύλη), καθώς είναι εκείνο που μορφοποιεί την ύλη, είτε τη νοητή και ακίνητη. Γι’ αυτό και ο λόγος της ουσίας δεν είναι άλλος παρά ο ορισμός της ουσίας. Διότι δια του ορισμού λαμβάνουμε γνώση περί την ουσία του πράγματος, αφού τα πράγματα ονομάζονται από το είδος· όθεν και οι ουσίες δεν γίνονται αλλά ορίζονται.
Σύνταξη κεμένου: Κότσαλης Γεώργιος