Πώς η ψυχή κινεί το σώμα και ποια η αρχή της κινήσεως του ζώου

Ηow the soul moves the body and what is the origin of the animals motion

 

Μένει λοιπόν να εξετάσουμε πώς η ψυχή κινεί το σώμα, και ποια είναι η αρχή της κινήσεως του ζώου. Διότι στα υπόλοιπα, αν εξαιρέσουμε την κίνηση του σύμπαντος, η κίνηση προκαλείται από τα έμψυχα, αρκεί να μην κινούνται το ένα από το άλλο με το να προσκρούουν το ένα στο άλλο. Γι’ αυτό και όλες οι κινήσεις τους έχουν πέρας. Και προπαντός οι κινήσεις των εμψύχων. Διότι όλα τα ζώα και κινούν και κινούνται για κάποιον σκοπό, ώστε πέρας σ’ αυτά κάθε κινήσεως είναι αυτό: ο σκοπός.

Αυτά που κινούν τα ζώα

Βλέπουμε δε ότι αυτά που κινούν τα ζώα είναι η διάνοια, η φαντασία, η προαίρεση, η βούληση, και η επιθυμία. Και όλα αυτά ανάγονται σε δύο: σε νου και όρεξη. Διότι και η φαντασία και η αίσθηση κατέχουν την ίδια θέση με τον νου, αφού είναι αμφότερα ικανά να διακρίνουν, αλλά διαφέρουν κατά τις διαφορές που έχουμε αναφέρει σε προηγούμενες εργασίες μας.

Η βούληση πάλι και ο θυμός και η επιθυμία είναι όλα ορέξεις, η δε προαίρεση μετέχει και της διανοίας και της ορέξεως. Ώστε κινεί πρώτα το αντικείμενο της ορέξεως και της διανοίας. Όχι όμως το οποιοδήποτε αντικείμενο της διανοίας, αλλά ο σκοπός των αναφορικά με τις πράξεις πραγμάτων. Γι’ αυτό και αυτό που κινεί είναι ένα τέτοιο αγαθό, αλλά όχι το οποιοδήποτε καλό. Εφόσον κάτι άλλο γίνεται εξαιτίας του και καθόσον αποτελεί τον σκοπό εκείνων που γίνονται για χατίρι ενός άλλου, υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις κινεί. Θα πρέπει δε να θεωρήσουμε ως αγαθό τόσο εκείνο που φαίνεται όσο και το ευχάριστο· αφού κι αυτό φαίνεται ως τέτοιο.

Επομένως είναι φανερό ότι κατά μία άποψη αυτό που κινείται διαρκώς κινείται από αυτό που κινεί διαρκώς με τον ίδιο τρόπο που κινείται και το κάθε ένα ζώο, κατά μία άλλη όμως διαφορετικά, γι’ αυτό και κάποια κινούνται διαρκώς, ενώ η κίνηση των ζώων έχει πέρας. Το δε παντοτινά καλό, και το αληθινά και κατεξοχήν αγαθό και μη άλλοτε αγαθό και άλλοτε όχι, είναι θεϊκότερο και τιμιότερο και δεν αναφέρεται σε άλλο.

Αυτό λοιπόν που είναι πρώτο δεν κινεί κινούμενο, ενώ η όρεξη και το ικανό να ορέγεται κινούν κινούμενα. Το τελευταίο όμως από όσα κινούνται δεν είναι ανάγκη να κινεί κάτι.

Φαίνεται δε από τούτα και ότι εύλογα η κατά τόπον κίνηση είναι τελευταία από όσα συμβαίνουν στα κινούμενα· διότι κινείται και πορεύεται το ζώο από την όρεξη ή την προαίρεση, εφόσον επέλθει κάποια μεταβολή κατά την αίσθηση ή τη φαντασία.

Λοιπόν δ’ ἐστι θεωρῆσαι πῶς ἡ ψυχὴ κινεῖ τὸ σῶμα, καὶ τίς ἡ ἀρχὴ τῆς τοῦ ζῴου κινήσεως. τῶν γὰρ ἄλλων παρὰ τὴν τοῦ ὅλου κίνησιν τὰ ἔμψυχα αἴτια τῆς κινήσεως, ὅσα μὴ κινεῖται ὑπ’ ἀλλήλων διὰ τὸ προσκόπτειν ἀλλήλοις. διὸ καὶ πέρας ἔχουσιν αὐτῶν πᾶσαι αἱ κινήσεις· καὶ γὰρ καὶ αἱ τῶν ἐμψύχων. πάντα γὰρ τὰ ζῷα καὶ κινεῖ καὶ κινεῖται ἕνεκά τινος, ὥστε τοῦτ’ ἔστιν αὐτοῖς πάσης τῆς κινήσεως πέρας, τὸ οὗ ἕνεκα.

Ὁρῶμεν δὲ τὰ κινοῦντα τὸ ζῷον διάνοιαν καὶ φαντασίαν καὶ προαίρεσιν καὶ βούλησιν καὶ ἐπιθυμίαν. ταῦτα δὲ πάντα ἀνάγεται εἰς νοῦν καὶ ὄρεξιν. καὶ γὰρ ἡ φαντασία καὶ ἡ αἴσθησις τὴν αὐτὴν τῷ νῷ χώραν ἔχουσιν· κριτικὰ γὰρ πάντα, διαφέρουσι δὲ κατὰ τὰς εἰρημένας ἐν ἄλλοις διαφοράς.

Βούλησις δὲ καὶ θυμὸς καὶ ἐπιθυμία πάντα ὄρεξις͵ ἡ δὲ προαίρεσις κοινὸν διανοίας καὶ ὀρέξεως· ὥστε κινεῖ πρῶτον τὸ ὀρεκτὸν καὶ τὸ διανοητόν. οὐ πᾶν δὲ τὸ διανοητόν, ἀλλὰ τὸ τῶν πρακτῶν τέλος. διὸ τὸ τοιοῦτόν ἐστι τῶν ἀγαθῶν τὸ κινοῦν, ἀλλ’ οὐ πᾶν τὸ καλόν· ᾗ γὰρ ἕνεκα τούτου ἄλλο, καὶ ᾗ τέλος ἐστὶ τῶν ἄλλου τινὸς ἕνεκα ὄντων, ταύτῃ κινεῖ. δεῖ δὲ τιθέναι καὶ τὸ φαινόμενον ἀγαθὸν ἀγαθοῦ χώραν ἔχειν, καὶ τὸ ἡδύ· φαινόμενον γάρ ἐστιν ἀγαθόν.

Ὥστε δῆλον ὅτι ἔστι μὲν ᾗ ὁμοίως κινεῖται τὸ ἀεὶ κινούμενον ὑπὸ τοῦ ἀεὶ κινοῦντος καὶ τῶν ζῴων ἕκαστον, ἔστι δ’ ᾗ ἄλλως, διὸ καὶ τὰ μὲν ἀεὶ κινεῖται, ἡ δὲ τῶν ζῴων κίνησις ἔχει πέρας. τὸ δὲ ἀΐδιον καλόν, καὶ τὸ ἀληθῶς καὶ τὸ πρώτως ἀγαθὸν καὶ μὴ ποτὲ μὲν ποτὲ δὲ μή, θειότερον καὶ τιμιώτερον ἢ ὥστ’ εἶναι πρὸς ἕτερον.

Τὸ μὲν οὖν πρῶτον οὐ κινούμενον κινεῖ, ἡ δ’ ὄρεξις καὶ τὸ ὀρεκτικὸν κινούμενον κινεῖ. τὸ δὲ τελευταῖον τῶν κινουμένων οὐκ ἀνάγκη κινεῖν οὐδέν.

Φανερὸν δ’ ἐκ τούτων καὶ ὅτι εὐλόγως ἡ φορὰ τελευταία τῶν γινομένων ἐν τοῖς κινουμένοις· κινεῖται γὰρ καὶ πορεύεται τὸ ζῷον ὀρέξει ἢ προαιρέσει, ἀλλοιωθέντος τινὸς κατὰ τὴν αἴσθησιν ἢ τὴν φαντασίαν.


Βιβλιογραφία: Αριστοτέλους Περί ζώων κινήσεως (700b.4 έως 701a.5)
Απόδοση κειμένου: Κότσαλης Γεώργιος