Η οργή είναι μία επιθυμία για τιμωρία φανερή συνοδευόμενη από λύπη, εξαιτίας διαφαινόμενης ολιγωρίας είτε προς εμάς είτε προς κάτι ή κάποιων δικών μας μη αρμόζουσα.
Αφού λοιπόν η οργή είναι κάτι τέτοιο, είναι ανάγκη να οργιζόμαστε όχι γενικώς αλλά ειδικώς. Π.χ. με τον Σωκράτη, επειδή έκανε ή σκόπευε να κάνει κάτι προς εμάς ή των δικών μας. Και σε κάθε οργή να έπεται κάποια ηδονή από την ελπίδα της τιμωρίας. Και τούτο διότι ουδείς επιθυμεί κάτι που είναι αδύνατο ή πέραν των δυνατοτήτων του, και ότι μόνο με την ιδέα της τιμωρίας γεννάται ηδονή παρόμοια με εκείνη που γίνεται στα όνειρά μας.
Ολιγωρία
Η δε ολιγωρία είναι το να θεωρεί κανείς πως το τάδε φαντάζει παντελώς ανάξιο. Διότι ακόμη και το να πράττει κανείς τα κακά απαιτεί προσπάθεια, ενώ όσα γίνονται δίχως κόπο ή λίγο θεωρούνται ανάξια.
Τρία είναι τα είδη της ολιγωρίας: η περιφρόνηση, ο επηρεασμός και η ύβρις. Διότι και αυτός που περιφρονεί ολιγωρεί, καθώς θεωρεί ότι δεν έχει καμία αξία, και αυτός που επηρεάζει. Ο δε επηρεασμός είναι εμποδισμός στις βουλήσεις μας όχι για να ωφεληθεί αυτός που επηρεάζει, αλλά για να μην ωφεληθούμε εμείς. Π.χ. αν εμείς θέλουμε να αγοράσουμε ένα ποδήλατο προς γυμναστική, και έλθει κάποιος και μας αποτρέψει λέγοντας τάχα πως αυτό δεν αρμόζει για την ηλικία μας ή πως θα σπάσουμε κανένα κόκαλο. Και τούτο όχι για να ωφεληθεί εκείνος, αλλά μόνο και μόνο για να μην ωφεληθούμε εμείς, αυτό είναι επηρεασμός. Διότι αν μας φοβόταν, δεν θα ολιγωρούσε, και αν πίστευε πως θα ωφεληθεί, θα φρόντιζε να γίνει φίλος μας.
Ύβρις
Αλλά και ο υβριστής ολιγωρεί. Διότι ύβρις είναι το να βλάπτει κανείς κάποιον με πράγματα για τα οποία ντρέπεται όχι για να ωφεληθεί ή ότι ωφελήθηκε, αλλά για να ευχαριστηθεί. Διότι όσοι ανταποδίδουν δεν υβρίζουν, αλλά εκδικούνται. Η αιτία δε της ηδονής είναι ότι δρώντας έτσι νομίζουν πως υπερέχουν. Γι’ αυτό και οι νέοι και οι πλούσιοι είναι υβριστές, καθώς νομίζουν ότι έτσι υπερέχουν, ενώ στην ύβρη αναφέρεται και η ατιμία, αφού αυτός που ατιμάζει ολιγωρεί· διότι το μηδενός άξιο ουδεμία τιμή έχει.
Πιστεύουν δε οι άνθρωποι ότι τους ταιριάζει να τους έχουν σε εκτίμηση οι κατώτεροι στο γένος, στη δύναμη, στην αρετή, και εν γένει σε ό,τι υπερέχουν κατά πολύ των άλλων. Π.χ. στα χρήματα ο πλούσιος του φτωχού, στο λέγειν ο ικανός στον λόγο του ανίκανου, στο άρχειν ο άρχων και αυτός που πιστεύει πως αξίζει να άρχει του αρχομένου και εκείνου που πιστεύει πως αξίζει να άρχεται.
Επίσης οργίζεται κανείς και αν περιφρονείται από εκείνους που θεωρεί ότι πρέπει να ευεργετηθεί, επειδή τους ευεργέτησε ο ίδιος ή κάποιος άλλος γι’ αυτόν ή θέλει ή ήθελε να ευεργετήσει.
Οργίζονται λοιπόν οι άνθρωποι όταν λυπούνται· διότι ο λυπημένος επιδιώκει κάτι. Και εάν ευθύς κανείς μας εμποδίσει σε οποιαδήποτε επιθυμία μας. Π.χ. να πιούμε νερό, αν διψάμε, είτε το κάνει κρυφά και όχι φανερά, ομοίως το ίδιο μας φαίνεται πως κάνει.
Αλλά και εάν κανείς αντιπράττει ή δεν συμπράττει τα ίδια με εμάς ή αν μας ενοχλεί με έναν άλλο τρόπο, με όλα αυτά οργιζόμαστε. Γι’ αυτό πεινασμένοι, ερωτευμένοι, διψασμένοι και εν γένει επιθυμούντες και μη κατορθούντες οργιζόμαστε και είμαστε ευέξαπτοι. Και προπαντός με όσους ολιγωρούν για αυτά που πάσχουμε. Π.χ. ο πεινασμένος με εκείνον που αδιαφορεί για την πείνα του και ο ερωτευμένος με εκείνον που αδιαφορεί για τον έρωτά του. Διότι ο καθένας μας προπαρασκευάζεται προς την οργή του από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.
Γι’ αυτό και οι εποχές, οι χρόνοι, οι ιδιοσυγκρασίες και οι ηλικίες παίζουν σημαντικό ρόλο στην οργή του καθενός. Διότι διαφορετικά οργίζονται οι νέοι, διαφορετικά οι μεγαλύτεροι και με άλλα πράγματα, και αλλιώς είμαστε την τάδε εποχή, αλλιώς έχει ο ευέξαπτος, αλλιώς έχει ο πράος.
Αλλά και με εκείνους που κακολογούν και περιφρονούν εκείνα που θεωρούμε σπουδαία, πάλι οργιζόμαστε. Π.χ. αυτοί που φιλοσοφούν με εκείνους που περιφρονούν τη φιλοσοφία, και αυτοί που πιστεύουν ότι είναι όμορφοι με εκείνους που περιφρονούν την ομορφιά τους. Και μάλιστα κατά πολύ περισσότερο άμα υποπτευτούν ότι δεν υπάρχουν αυτά σ’ αυτούς ή υπάρχουν μεν αλλά αμυδρώς ή είναι αυτά αλλά δεν τους θεωρούν ως τέτοιους οι άλλοι. Διότι όταν θεωρούν ότι αυτά υπάρχουν σ’ αυτούς σε μεγάλο βαθμό, αδιαφορούν για τα πειράγματά τους.
Και με τους φίλους περισσότερο παρά με τους μη φίλους. Διότι θεωρούμε ότι πρέπει να νοιάζονται περισσότερο απ’ ό,τι οι άλλοι ή να μας καταλαβαίνουν περισσότερο όταν βρισκόμαστε σε ανάγκη απ’ ό,τι οι άλλοι. Γι’ αυτό και αν δεν συμπάσχουν ή δεν μας ευεργετούν, και ακόμη πιο πολύ αν μας κατηγορούν, οργιζόμαστε.
Και με εκείνους που συνήθιζαν να μας τιμούν ή να δείχνουν ενδιαφέρον για εμάς, εάν διαπιστώσουμε αλλαγή στη συμπεριφορά τους. Διότι αν δεν μας περιφρονούσαν, θα έκαναν το ίδιο, ό,τι δηλαδή συνήθιζαν να κάνουν.
Και με εκείνους που δεν ανταποδίδουν τα ίσα ή ανταποδίδουν τα εναντία, και μάλιστα αν αυτοί που μας λυπούν είναι κατώτεροί μας. Διότι σε κάθε περίπτωση φαίνονται πως μας περιφρονούν, και οι μεν ως να είμαστε κατώτεροί τους, οι δε ως να έχουν ευεργετηθεί από κατώτερούς τους.
Και με όσους χαίρονται στις ατυχίες μας. Διότι αυτό είναι σημάδι ή εχθρού ή ανθρώπου που αδιαφορεί.
Και με όσους δεν νοιάζονται αν μας λυπήσουν. Γι’ αυτό και με εκείνους που φέρνουν κακές ειδήσεις οργιζόμαστε. Και με εκείνους που ακούν ή βλέπουν τη δυστυχία μας και δεν κάνουν τίποτα. Π.χ. με τους παριστάμενους, αν κάποιος μας δείρει και αυτοί στέκονται αδιάφοροι.
Επίσης οργιζόμαστε με πέντε πράγματα: αν κανείς μας περιφρονεί στους ανταγωνιστές μας, σ’ αυτούς που θαυμάζουμε, σ’ αυτούς που θέλουμε να μας θαυμάζουν, σ’ αυτούς που ντρεπόμαστε, ή μπροστά σ’ αυτούς που μας ντρέπονται.
Και με όσους δείχνουν ολιγωρία προς ό,τι θεωρούμε ντροπή να μη βοηθήσουν, όπως είναι οι γονείς, τα παιδιά, οι γυναίκες.
Και με όσους ειρωνεύονται εκείνους που σοβαρολογούν. Διότι η ειρωνεία ενέχει αδιαφορία.
Και με εκείνους που, ενώ κάνουν καλό στους άλλους, αδιαφορούν για τους εαυτούς τους. Διότι το να μην αξιώνουμε όσα όλοι αξιώνουν, αμήν τι άλλο δείχνει περιφρόνηση προς το ίδιο το άτομό μας.
Αλλά και η λήθη προκαλεί οργή. Γι’ αυτό και αν κανείς ξεχνάει το όνομά μας, εκνευριζόμαστε. Διότι η μεν λήθη γίνεται δια αμέλεια, η δε αμέλεια είναι ολιγωρία.
Έτσι λοιπόν έχουμε όταν οργιζόμαστε, και με αυτά και εξαιτίας αυτών οργιζόμαστε. Και τούτα τα αναφέραμε όχι για άλλο λόγο παρά να μπορέσουμε κατανοώντας τις αιτίες και τη ψυχική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε όταν οργιζόμαστε, αν όχι να μετριάσουμε, να διαχειριστούμε καλύτερα τον θυμό μας.
(παράφρασις εκ της Ρητορικής)
Σύνταξη κειμένου: Κότσαλης Γεώργιος